O ΔΙΚΟΣ ΜΟΥ ROUT- 2015

Το πλήρωμα του χρόνου έφτασε και με βρίσκει φέτος παρατηρητή στον αγώνα που κοντεύει. Η αίσθηση που έχω όμως είναι σαν να ετοιμάζομαι να τρέξω και εγώ. Μέσα από τα μάτια των φίλων όμως αυτή τη φορά. Τι σημασία όμως έχει;  Η χαρά των φίλων και δική μου χαρά, η αγωνία τους και δική μου αγωνία. Για κάποιον εκτός χώρου η προσμονή αυτού του αγώνα ισοδυναμεί με τον θρυλικό τελικό ποδοσφαίρου ανάμεσα στην Ελλάδα και την Πορτογαλία στο μακρινό 2004.

Ο τίτλος δεν έχει κτητικό χαρακτήρα αλλά φανερώνει την προσωπική μου εμπειρία. Είμαι σίγουρος πως απο τα 170 άτομα που τρέξαμε πέρυσι θα ακούσετε 170 διαφορετικές εμπειρίες. Πιάνω το στυλό για να γράψω για τον ”δικό μου” ROUT λοιπόν μα οι λέξεις ντρέπονται να πέσουν στο χαρτί επάνω. Ίσως επειδή καμία λέξη δε θα μπορέσει να αποτυπώσει τα συναισθήματα και τις στιγμές αυτές που 170 άτομα σχεδόν βιώσαμε 2 μέρες μέσα στα πανέμορφα μονοπάτια της απομονωμένης Ροδόπης.

 

Ημέρα Εκκίνησης.

 

Κρύο. Από αυτό της Ροδόπης που σε ξυπνάει θέλοντας και μη. Η ώρα είναι εξάλλου 5 το πρωί. Ο χώρος της εκκίνησης άρχισε σιγά σιγά να γεμίζει με γνωστά πρόσωπα. Κοίταξα ξανά γύρω μου. Άνθρωποι με πολλά χιλιόμετρα στα πόδια και πολλές ιστορίες για να μας διηγηθούν. Τα αμήχανα βλέμματα απόρροιας του άγχους που υπάρχουν σε κάθε αγώνα τα έχω συνηθίσει. Αυτό που δε θα συνηθίσω ποτέ όμως είναι αυτό το σκίρτημα της καρδίας λίγο πριν δοθεί το σύνθημα της εκκίνησης. Το αγνό αυτό συναίσθημα που κρύβει μέσα του πολλά όμορφα πράγματα. Θυμάμαι πολυ καθαρά πότε το είχα νιώσει πρώτη φορά. Ήμουν 7 χρονών όταν έπιασα το χέρι της συμμαθήτριας μου Σοφίας. Την αγαπούσα βλέπετε…

Η αντίστροφη μέτρηση είχε αρχίσει. 3…2…1… οι κουδούνες από τα χέρια του κ. Κατσάνου ήχησαν στα αυτιά μου σαν την 9η Συμφωνία του Μότσαρτ. Ξεχυθήκαμε σαν παιδιά με τους φακούς στα κεφάλια μας και ένα σακίδιο στην πλάτη για το ταξίδι των 168 χιλιομέτρων. Μέχρι το 40ο χιλιόμετρο όλα έβαιναν καλά. Συζητήσεις με φίλους στην διαδρομή, αγκαλιές με εθελοντές στους ενδιάμεσους σταθμούς δημιουργούσαν ένα κλίμα οικογένειας και συμπόνοιας. Φεύγοντας από το 40ο χιλιόμετρο κατευθυνθήκαμε προς το σταθμό στο Κρούσοβο όπου μας περίμεναν οι σάκοι ανεφοδιασμού. Εκεί με βοήθησε η Σία Ιωαννίδου να αλλάξω ρούχα και να προετοιμαστώ για το βράδυ που ακολουθούσε. Είχα ακούσει πολλές ιστορίες για το βράδυ στην Ροδόπη. Λίγο η κούραση, λίγο το θολό μυαλό δημιουργεί σε πολλούς όμορφες παραισθήσεις. Το τοπίο και η μοναξιά βοηθάει να στηθεί ένα σκηνικό παραμυθένιου τοπίου. Ενός τοπίου που μέσα του περιπλανιούνται νεράιδες και ξωτικά.

 

Το βράδυ άρχισε δειλά δειλά να παίρνει την θέση της ημέρας. Το αχνό φως του ηλίου ξεπρόβαλε ανάμεσα από τα γυμνωμένα δέντρα δημιουργώντας σκιές πάνω στα πορτοκάλι φύλλα που είχαν πέσει πάνω στο μαλακό και υγρό χώμα. Το αχνό φως του ηλίου ξεπρόβαλε ανάμεσα από τα γυμνωμένα δέντρα δημιουργώντας σκιές πάνω στα πορτοκάλι φύλλα που είχαν πέσει πάνω στο μαλακό και υγρό χώμα. Κατευθυνθήκαμε προς την Πυραμίδα 138, το πιο βόρειο σημείο του αγώνα που βρίσκεται στο σύνορο μεταξύ Ελλάδας και Βουλγαρίας. Τα μάτια μου έκλειναν από την κούραση λες και κάποιο ξωτικό ήθελε να με πάρει μαζί του αποκόβοντας με από τον σκοπό μου. Ήξερα πως δε μπορούσα να κάτσω παραπάνω στον σταθμό οπότε μια αλουμινοκουβερτα ήταν η λύση στο πρόβλημα. Το βράδυ ατέλειωτο, απρόσμενο και γεμάτο από πεισματάρηδες ανθρώπους αρνούμενοι να εγκαταλείψουν. Μέσα σε όλη την ταλαιπωρία έψαχνα να βρω με τον φίλο μου τον Τάσο κάτι το οποίο θα με βοηθούσε να ξεχαστώ. Αναζητούσα να βρω ένα ξέφωτο για να αντικρίσω τον ουρανό. Έναν ουρανό που έχω γευτεί πολλές φορές τα καλοκαιρινά βραδιά στην Ροδόπη. Μακριά από τα φώτα της πόλης όλα εδώ μοιάζουν πιο κοντά και πιο αληθινά. Ένα μικρό ξέφωτο μου φανέρωσε τα άστρα που τόσο είχα ανάγκη να δω. Ήταν τόσο κοντά σε μένα. Σχεδόν τα έπιανα. Ένα πλανητάριο μόνο για εμάς στην μέση του πουθενά. Ένα σύννεφο τα έκρυψε απότομα. Το εξέλαβα σαν μήνυμα όμως και συνέχισα. Κατευθυνθήκαμε προς το Τσατάκι στο 117ο χλμ. Σε αυτό το σταθμό υπάρχει το τετράδιο της Ντορίνας και της Δέσποινας όπου μέσα του καταγράφονται οι πρώτες λέξεις των αθλητών όταν φτάνουν στον σταθμό.

Οι δικές μου πρώτες λέξεις; “Πονάω πολύ παντού”. Με 3 λέξεις περιέγραψα στοχευμένα αυτό που ένιωθα. Μετά από 117 χιλιόμετρα νομίζω ήταν λογικό. Αν και τώρα που το σκέφτομαι θα άλλαζα το ρήμα πονάω με το ρήμα υποφέρω. Υπέφερα στα πόδια, στα χέρια, στην πλάτη. Ακόμη και κάποια δάχτυλα των χεριών είχαν πάθει κράμπες από το μόνιμο σφίξιμο της παλάμης. Η λίμνη πίσω από τον σταθμό φάνταζε σαν ένα λεπτό και εύθραυστο σεντόνι. Κάποια πουλιά “χάλασαν” την ατονία της φύσης πίνοντας νερό δημιουργώντας κύκλους πανω στην λίμνη. Η στιγμή που άγγιξαν τα πουλιά την λίμνη έμοιαζε εκείνη την ώρα σαν το έργο του Μιχαήλ Αγγέλου: το Άγγιγμα του Θεού στην Καπελα Σιξτινα. Η εικόνα αυτή θα μου μείνει μια ζωή. Επόμενος σταθμός το 123ο χιλιόμετρο.

Εκεί βρισκόταν η οικογένεια μου μαζί με τους φίλους μου. Τουλάχιστον μέχρι εκεί έπρεπε να φτάσω. Σχεδόν μια μέρα δεν είχα νέα τους και ήξερα πως ανησυχούσαν για μένα. Φαντάζομαι πως είναι δύσκολο για έναν γονιό να βλέπει το παιδί του στα 23 του χρόνια να ταλαιπωρείται μέσα σε απομονωμένα μέρη. Για κανέναν δικό μας άνθρωπο δεν είναι εύκολο να μας βλέπει ταλαίπωρους. Ακόμη και για ανθρώπους που έχουν συμμετάσχει σε τέτοιους αγώνες η όψη ενός άλλου αθλητή που πονάει δημιουργεί έντονη συναισθηματική φόρτιση. Δε θα ξεχάσω όταν είδα έναν συναθλητή μου να δακρύζει μέσα στο μονοπάτι. Δεν τον ήξερα και δεν μιλήσαμε λόγω κούρασης. Όταν είδα όμως τα μάτια του βρεγμένα βούρκωσα και εγώ. Αυθόρμητα. Δε χρειαζόταν να πούμε κάτι. Τα πόδια γεμάτα φουσκάλες. Δεν υπήρχε νόημα να αλλάξω κάλτσες ή παπούτσια. Ήθελα απλώς να συνεχίσω και να τελειώνει όλο αυτό το “κακό”. Παίρναμε όλοι κουράγιο ο ένας από τον άλλον. Πάντα υπάρχει κάποιος που είναι σε χειρότερη κατάσταση από σένα. Εκεί λες “για να συνεχίζει αυτός εγώ τι δικαιολογία έχω να εγκαταλείψω;”.

Ήξερα πως είχα μπροστά μου ακόμη 42 δύσκολα χιλιόμετρα. Για την ακρίβεια, τα πιο δύσκολα χιλιόμετρα. Η ιδέα και μόνο σε μια τέτοια στιγμή μπορεί να σε γονατίσει ψυχικά και να σου κλειδώσει το μυαλό. Μέσα μου χώρισα τα τελευταία 40 χλμ σε 40 χιλιάρια. Κάθε 1 χιλιόμετρο επιβράβευα τον εαυτό μου. “Μπράβο θα τα καταφέρεις” Αυτή την φράση την ψιθύρισα εκείνη την μέρα πάνω από 40 φορές. Και ενώ πιστεύεις πως η κατάσταση σου δεν μπορεί να χειροτερέψει κάνεις λάθος. Θα αρχίσει να πονάει κάποιο άλλο σημείο του σώματος σου. Όπως τα αυτιά. Είναι δυνατόν να πονάνε τα αυτιά; ή το μέτωπο; κοίταξα την ώρα. Προσπαθούσα να σκεφτώ πόσες ώρες είχα κάνει μέχρι εκείνη την ώρα. Επειδή φορούσα κανονικό ρολόι και όχι GPS έκανα τους υπολογισμούς μόνος. Εκείνη την στιγμή δε μπορούσα να κάνω ούτε μια απλή πρόσθεση

Μετά από λίγα λεπτά παράτησα την προσπάθεια μου να βρω πόσες ώρες έτρεχα. Βρισκόμουν περίπου στις 30+ με γενικούς υπολογισμούς. Φτάνοντας στον Λειβαδίτη ήξερα πως ήμουν 10 χλμ πριν το τέλος. Ένας σκύλος ο οποίος με ακολουθούσε για πολλή ωρα ήταν η μόνη μου παρέα. Το σκοτάδι έπεφτε ξανά και οι Στο Έβερεστ του καθενός ανακαλύπτεις τα όρια του ψυχισμού σου και της κράσης σου. Σκέφτεσαιι, στοχάζεσαι, ονειρεύεσαι. Αν είσαι τυχερός επιστρέφεις σε μια καθημερινότητά, σίγουρα όχι ο ίδιος άνθρωπος αλλά ένας απαλλαγμένος άνθρωποςμπαταρίες του φακού άδειαζαν. Το ίδιο και η ψυχολογία μου. Τι και αν έφτανα στο τέλος. 24 ώρες πριν είχα μπει ξανά στο βράδυ. Η σκέψη και μόνο του σκοταδιού με εξουθένωσε. 4 χιλιόμετρα πριν το τέλος ο φακός έσβησε. Δεν έβλεπα ούτε στα 5 μέτρα. Μετά από 20 λεπτά άκουσα τον αδερφό μου και τον φίλο μου τον Πετρο. Είχαν μπει στο μονοπάτι μέσα. Ήταν μια από τις πιο ευτυχισμένες στιγμές της ζωής μου που τους έβλεπα. Μετά από 38 ώρες μπήκα στο Δασικό Χωριό τρέχοντας όπως δεν είχα τρέξει ποτέ ξανά. Η κούραση είχε φύγει. Το μυαλό είχε καθαρίσει. Οι κουδουνες ήχησαν και απο τα δικά μου χέρια, πέφτοντας στην αγκαλιά του κ. Κατσανου. “100 miler και επίσημα. Είσαι ο πιο ξεροκέφαλος νέος που έχω γνωρίσει. Συγχαρητήρια”. Θυμάμαι ακριβώς τις λέξεις εκείνες.

Ήξερα πως είχα τελειώσει. “Στο Έβερεστ του καθενός ανακαλύπτεις τα όρια του ψυχισμού σου και της κράσης σου. Σκέφτεσαιι, στοχάζεσαι, ονειρεύεσαι. Αν είσαι τυχερός επιστρέφεις σε μια καθημερινότητά, σίγουρα όχι ο ίδιος άνθρωπος αλλά ένας απαλλαγμένος άνθρωπος.”

 
instagram
twitter
linkedin
facebook
youtube